Όταν πρωτόειδα αυτή τη φωτογραφία της δεκατετράχρονης ανιψιάς μου που αναπαριστούσε την οπτική της για τη ζωή σε συνθήκες lockdown, αναρωτήθηκα ποια είναι η άποψή της για την πανδημία. H συζήτησή μας υπήρξε αποκαλυπτική και διαφωτιστική, όπως ακριβώς περίμενα. Όταν τη ρώτησα αν πιστεύει πως και άλλα παιδιά βιώνουν την κατάσταση με τον ίδιο τρόπο, μου απάντησε “Γιατί δεν τα ρωτάς η ίδια;”.
Ακολουθώντας την παρότρυνση της Σάρα, συγκέντρωσα τις θέσεις παιδιών διαφορετικών ηλικιών και από διαφορετικά υπόβαθρα στην ερώτησή μου πως τους φαίνεται η ζωή τον καιρό του Covid-19.
Προς έκπληξή μου τα περισσότερα παιδιά, αυθόρμητα και ανεξάρτητα από την ηλικία τους και το οικογενειακό και κοινωνικό τους υπόβαθρο, μιλούσαν για τα ίδια θέματα και είχαν παρεμφερείς απόψεις. Οι ξεκάθαρες απαντήσεις τους με συγκίνησαν βαθιά και με άφησαν μουδιασμένη και σκεπτική. Αποφάσισα λοιπόν, να μοιραστώ όσα μου είπαν μέσα από τα δικά τους λόγια. Θα περιορίσω τη συνεισφορά μου στο παρακάτω κείμενο μόνο στην ομαδοποίηση των ιδεών τους με βάση τις θεματικές που άγγιξαν και στη μεταφορά της γενικότερης αίσθησης που είχα μιλώντας μαζί τους. Θα αφήσω πάνω σας την εξαγωγή περεταίρω συμπερασμάτων.
Η πανδημία
“Δε φοβάμαι πια τον ιό, αλλά δεν αντέχω να ακούω όλη την ώρα την ίδια λέξη”, Αντώνης (7 χρονών).
“Δε φοβάμαι και δεν ανησυχώ καθόλου, περιμένω μόνο τη στιγμή που θα μπορώ να ξεφορτωθώ αυτή τη μάσκα”, Βανέσα (6 χρονών).
“Δεν παρακολουθώ πια τα νέα για τον ιό. Με θυμώνει που η εμμονή των μεγάλων με τον ιό τους έχει κάνει να παραμελούν άλλα σημαντικά θέματα, όπως την υπερθέρμανση του πλανήτη”, Σάρα (4 χρονών).
“Φαντάζομαι ότι αφού όλοι μιλάνε για το εμβόλιο, θα έχει μεγαλύτερη βελόνα. Θα το κάνω όπως και να ‘χει”, Μαρία (4 χρονών).
“Δε βρίσκω κανένα πρόβλημα στο πως μπορούν τα παιδιά να προσαρμοστούν σε αυτή τη νέα πραγματικότητα. Το πιο δύσκολο για μας είναι ότι χάνουμε ένα ολόκληρο κομμάτι της ανάπτυξής μας, ενώ για τους ενήλικες είναι μόνο ένα διάλειμμα από τη ζωή τους. Όταν τελειώσουν όλα αυτά, τα παιδιά θα έχουν κάνει ένα άλμα στο μέλλον, έχοντας χάσει πολλές πρώτες φορές”, Σάρα (14 χρονών).
Σε γενικές γραμμές ο Covid-19 δε φοβίζει τα παιδιά, αλλά έχουν κουραστεί να ακούν για τον ιό και για αυτό νιώθουν αποκομμένα από τους ενήλικες.
Είναι σημαντικό να ξεκαθαρίσουμε ότι τα παιδιά βιώνουν φόβο, αλλά όχι αυτόν καθεαυτόν το φόβο μη μολυνθούν. Είναι πιο πολύ μια γενικότερη αίσθηση ανασφάλειας και ανησυχίας, που προέρχεται κυρίως από τη σοβαρότητα με την οποία αντιδρούν οι ενήλικες γύρω τους σε οτιδήποτε σχετίζεται με τον ιό.
Τα παιδιά έχουν μπουχτίσει επίσης με τους περιορισμούς που τους έχουν επιβληθεί, όπως οι κοινωνικές αποστάσεις και η χρήση μάσκας, αλλά κυρίως με τους περιορισμούς που αφορούν τις υπαίθριες δραστηριότητές τους. Έχουν ακόμα εξαιρετική διαύγεια στον εντοπισμό ασυνεπειών μεταξύ των πρέπει και δεν πρέπει που μας έχουν επιβληθεί. Τα λόγια τους μεταδίδουν ένα συναίσθημα απογοήτευσης και αποξένωσης από τον κόσμο των ενηλίκων σε σχέση με το πως βιώνουν την πανδημία.
Οικογένεια
“Οι παππούδες μου τώρα όλο μαγειρεύουν και δεν παίζουν καθόλου”, Αριάδνη (5 χρονών).
“Δε θέλω οι παππούδες μου να πεθάνουν εξαιτίας μου”, Κάρλος (6 χρονών).
“Η μαμά έχει συνήθως νεύρα με το lockdown. Ο μπαμπάς έχει συνήθως νεύρα, αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς γιατί”, Αντώνης (7 χρονών) και Αριάδνη (5 χρονών).
“Στο σπίτι μου είναι o.k. με το lockdown. Αλλά πολύ φίλοι μου περνάνε δύσκολα, γιατί είχαν ήδη κακές σχέσεις με τους γονείς τους”, Σάρα (14 χρονών).
Από την πλευρά των παιδιών, είναι εμφανές ότι παρότι δε φοβούνται μην κολλήσουν τον ιό, ανησυχούν για τους παππούδες τους και έχουν απόλυτη συναίσθηση του τι πρέπει να κάνουν για να τους προστατεύσουν. Μερικά παιδιά επίσης ανέφεραν ότι το lockdown δεν έφερε την οικογένειά τους πιο κοντά, παρότι αρχικά είχαν χαρεί που θα ήταν οι γονείς τους στο σπίτι.
Τα παιδιά ακόμα παρατηρούν ασυνέπειες ανάμεσα στα επίπεδα στρες που βλέπουν στους γονείς τους και το βαθμό στον οποίο τηρούν τα μέτρα των αποστάσεων και της προσωπικής υγιεινής. Αντιλαμβάνονται επίσης, ότι η αντίδραση των γονιών τους στη νέα πραγματικότητα είναι απλώς μια πιο έντονη εκδήλωση της προσωπικότητάς τους: οι γονείς που ήταν αγχώδεις πριν την πανδημία, είναι ακόμα πιο αγχώδεις τώρα.
Εκπαίδευση
“Η τηλεκπαίδευση είναι βαρετή”, Μαρία (5 χρονών).
“Προτιμώ να πηγαίνω σχολείο γιατί μπορώ να παίζω με τους φίλους μου. Καμιά φορά μου αρέσει και η τηλεκπαίδευση γιατί μπορώ να κουνιέμαι. Στο σχολείο δεν μου επιτρέπουν ποτέ να σηκωθώ από την καρέκλα”, Αντώνης (7 χρονών).
“Ο τρόπος που γίνεται η τηλεκπαίδευση είναι πολύ επαναλαμβανόμενος και είναι εύκολο να χάσεις το ενδιαφέρον σου και τη συγκέντρωσή σου. Παρόλα αυτά, το να παρακολουθείς τα μαθήματα από το σπίτι είναι πιο χαλαρό και ανεπίσημο.
Είναι αδύνατο να γυρίσουμε στο πως ήταν δομημένη η εκπαίδευση πριν την πανδημία. Οι μαθητές ξέρουν τώρα ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους”, Σάρα (14 χρονών).
Στα μάτια των παιδιών η εμπειρία αυτού του νέου τρόπου διδασκαλίας, ο οποίος δεν θεωρείται καν κατ’ οίκον διδασκαλία, έφερε στο φως α) πόσο η παραδοσιακή εκπαίδευση έχει παραμελήσει τις ανάγκες των παιδιών και τη φύση τους, β) πόση αξία έχει για τα παιδιά ο χρόνος που περνούν με τους φίλους τους, και γ) ότι ο τρόπος με τον οποίο γίνεται η τηλεκπαίδευση έχε αποτύχει πλήρως να κινητοποιήσει το ενδιαφέρον των παιδιών, είναι απλά μια είκονα ενός εκπαιδευτικού συστήματος που δήθεν προσαρμόζεται στην παρούσα κρίση.
Κοινωνική ζωή
“Εύχομαι να ήμουν σκύλος, για να με αγγίζουν οι άλλοι χωρίς να φοβούνται μην κολλήσουν τον ιό”, Κάρλος (6 χρονών)
“Το πιο δύσκολο ήταν να δεχτώ ότι ο καθένας μεγαλώνει με διαφορετικό τρόπο μέσα στην καραντίνα, να βλέπω πόσο τα social media άλλαξαν τους φίλους μου, και να τους γνωρίσω από την αρχή.
Το να συναντιόμαστε με τους φίλους μας είναι πολύ περίπλοκο τώρα. Οι ενήλικες δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτή είναι η περίοδος που δημιουργούμε τις φιλίες μιας ζωής και ότι χάνουμε αυτή τη μοναδική ευκαιρία”, Σάρα (14 χρονών).
“Αυτό που με ενοχλεί πιο πολύ είναι πως το μόνο που με αφήνουν να κάνω είναι να κοιτάω”, Καταλίνα (4 χρονών).
“Το μόνο που μου λείπει από το σχολείο είναι οι φίλοι μου”, Αντώνης (7 χρονών),
“Ο μόνος λόγος που προτιμώ να πηγαίνω σχολείο από το να μένω σπίτι είναι γιατί έτσι βλέπω τους φίλους μου”, Μαρία (5 χρονών).
Οι κοινωνικές αποστάσεις είναι με διαφορά το πιο δύσκολο κομμάτι αυτής της εμπειρίας για τα παιδιά, όπως και για τους ενήλικες. Η φυσική τάση για αισθητηριακή εξερεύνηση, η έντονη ανάγκη για φυσική εγγύτητα και το γεγονός ότι, ιδίως στα πρώτα χρόνια της ζωής τους, τα παιδιά επικοινωνούν κυρίως μέσω των εκφράσεων του προσώπου τους και της γλώσσας του σώματoς, τα κάνει να βιώνουν τις κοινωνικές αποστάσεις σαν έναν πολύ έντονο και διαρκή περιορισμό της φυσικής τους ορμής για αλληλεπίδραση με τον κόσμο.
Τα παιδιά ζουν στο τώρα. Δε βιώνουν τα προληπτικά μέτρα ως έναν τρόπο διασφάλισης ενός ασφαλέστερου μέλλοντος, ιδίως όταν αυτά τα μέτρα πηγαίνουν τόσο ξεκάθαρα κόντρα στα φυσικά τους ένστικτα. Όταν μιλάνε για τους περιορισμούς αυτούς τα παιδιά δε προβάλλουν αντίσταση. Τα αποδέχονται αλλά μεταφέρουν ένα αίσθημα θλίψης.
Γεννιέται λοιπόν ενα ξεκάθαρο ερώτημα… αξίζει να θυσιάσουμε το να νοιώθουμε ζωντανοί προκειμένου να νοιώθουμε προστατευμένοι από τον ιό; Προστατεύουμε όντως τη ζωή μας με το να μη ζούμε.
Ευχαριστώ από καρδιάς τα παιδιά που μου εμπιστεύτηκαν την οπτική τους για αυτήν την παγκόσμια κρίση και που μου επέτρεψαν να τη μοιραστώ με τον κόσμο. Ελπίζω ειλικρινά να μπόρεσα να τιμήσω την ειλικρίνειά σας και να μεταδώσω όσα θέλατε να πείτε.
0 Comments